Το σπλαχνικό λίπος υπεύθυνο για την καρδιακή ανεπάρκεια, λέει μελέτη
Η καρδιά φαίνεται υγιής στις εξετάσεις, αλλά το λίπος στέλνει σήματα που την αποδυναμώνουν.
 
                                                    Η καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης (HFpEF) ή διαστολική καρδιακή ανεπάρκεια αποτελεί ένα από τις πιο δύσκολες νόσους στην καρδιολογία, επηρεάζοντας δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και χωρίς να υπάρχουν επαρκείς θεραπείες. Σε αντίθεση με την «κλασική» καρδιακή ανεπάρκεια, όπου η καρδιά δεν μπορεί να αντλήσει αίμα αποτελεσματικά, στην HFpEF η συστολή φαίνεται φυσιολογική. Το πρόβλημα κρύβεται στη χαλάρωση της καρδιάς, που αδυνατεί να γεμίσει σωστά με αίμα, οδηγώντας σε δύσπνοια, κόπωση και κατακράτηση υγρών. Για χρόνια η υψηλή αρτηριακή πίεση θεωρούνταν ο βασικός ένοχος, ωστόσο μια νέα θεωρία έρχεται να αλλάξει τα δεδομένα.
Λίπος: από αποθήκη σε ενεργό όργανο
Όπως διαβάζουμε στο The Brighter Side News, σύμφωνα με τη νέα προσέγγιση πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το λίπος του σώματος, όχι απλώς ως αποθήκη θερμίδων, αλλά ως ενεργό όργανο που εκκρίνει χημικά σήματα, γνωστά ως αδιποκίνες. Φυσιολογικά οι πρωτεΐνες αυτές προστατεύουν τα όργανα, περιορίζουν τις φλεγμονές και βοηθούν στη ρύθμιση των υγρών. Όταν όμως το λίπος συσσωρεύεται και γίνεται παθολογικό, τα προστατευτικά σήματα υποχωρούν και επικρατούν τα βλαπτικά. Έτσι, το λίπος μετατρέπεται σε πηγή φλεγμονής και βλάβης για την καρδιά, συμβάλλοντας σε ουλές και δυσκαμψία του μυοκαρδίου.
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό JACC, η λεγόμενη «υπόθεση των αδιποκινών» μπορεί να εξηγήσει πώς το σπλαχνικό λίπος επιβαρύνει την καρδιά. Οι αδιποκίνες που εκκρίνονται προκαλούν φλεγμονώδεις αντιδράσεις, σκληραίνουν τα αγγεία και εμποδίζουν τη φυσιολογική χαλάρωση της καρδιάς. Με τον καιρό, δημιουργείται ουλώδης ιστός που περιορίζει τη λειτουργικότητα της καρδιάς, ενώ η συνύπαρξη παραγόντων όπως ο διαβήτης και η υπέρταση επιταχύνει την εξέλιξη της νόσου. Το αποτέλεσμα είναι ένας ασθενής που φαινομενικά έχει καρδιά που «δουλεύει κανονικά», αλλά στην πράξη δεν καταφέρνει να καλύψει τις ανάγκες του οργανισμού.
Η θεωρία αυτή βασίζεται σε ένα ευρύ φάσμα ερευνών. Μελέτες δείχνουν ότι οι περισσότεροι ασθενείς με HFpEF έχουν αυξημένο σπλαχνικό λίπος, το οποίο περιβάλλει ακόμη και την καρδιά. Από πειράματα σε ζώα φαίνεται πως οι αδιποκίνες μπορούν να επηρεάσουν άμεσα τη χαλάρωση του μυοκαρδίου, ενώ κλινικές παρατηρήσεις επιβεβαιώνουν ότι το μεταβολικό σύνδρομο (στο οποίο συνδυάζονται τουλάχιστον τρεις συνθήκες, εκ των οποίων κοιλιακή παχυσαρκία, υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλό σάκχαρο αίματος, υψηλά τριγλυκερίδια και χαμηλή «καλή» χοληστερόλη -HDL) σχετίζεται στενά με την εμφάνιση της νόσου.
Νέα εργαλεία διάγνωσης με βάση τη μέση
Αν η υπόθεση αυτή αποδειχθεί σωστή, τότε η διαστολική καρδιακή ανεπάρκεια δεν είναι απλώς μια καρδιολογική πάθηση, αλλά ένα συστημικό πρόβλημα με αφετηρία το λίπος. Αυτό αλλάζει και τον τρόπο που οι γιατροί προσεγγίζουν τη διάγνωση. Ο δείκτης μάζας σώματος (BMI), που χρησιμοποιείται ευρέως, μάλλον είναι ανεπαρκής, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη την κατανομή του λίπους. Αντίθετα, η αναλογία μέσης προς ύψος αποτελεί πιο αξιόπιστο δείκτη. Τιμές άνω του 0,5 συσχετίζονται έντονα με τον κίνδυνο HFpEF, ακόμη και σε άτομα που δεν θεωρούνται «παχύσαρκα» με βάση τον BMI.
Η θεραπευτική προοπτική που ανοίγεται είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Αντί να στοχεύουμε αποκλειστικά στην καρδιά, φαίνεται πως μπορούμε να παρέμβουμε βελτιώνοντας τη λειτουργία του λίπους. Φάρμακα που χρησιμοποιούνται ήδη για τον διαβήτη και την απώλεια βάρους, όπως η σεμαγλουτίδη και η τιρζεπατίδη, πιθανότατα τροποποιούν το προφίλ των αδιποκινών, μειώνοντας τις βλαπτικές ουσίες και ενισχύοντας τις προστατευτικές. Έτσι, περιορίζεται η φλεγμονή, δίνοντας ελπίδα σε ασθενείς που μέχρι σήμερα είχαν περιορισμένες επιλογές.
Παράλληλα, οι κλασικές αλλαγές στον τρόπο ζωής παραμένουν κομβικές. Η σωστή διατροφή, η σωματική άσκηση και – σε ορισμένες περιπτώσεις – η βαριατρική χειρουργική συμβάλλουν στη μείωση του σπλαχνικού λίπους και στην αποκατάσταση πιο υγιών σημάτων. Εφόσον επιβεβαιωθεί η θεωρία των αδιποκινών, τα μέτρα αυτά μπορεί να αποδειχθούν εξίσου σημαντικά με τα φάρμακα.
 
             
             
             
             
             
             
             
            